Και ξεκινάς να τρέχεις
Ξεκινάς σε μια εποχή ζεστή
Σε μια ηλικία αθώα
“Όταν μεγαλώσω θέλω να γίνω σαν κι αυτή”
Και δειλά δειλά,
έτσι απλά,
σιωπηρά,
ξεκινάει μια ψυχική αιμορραγία αθρόα
Μεγαλώνεις τελικά,
Μεγαλώνεις ακόμη λίγο, κι άλλο λίγο
Και κάπως έτσι νευρικά
Συνειδητοποιείς, σιγά σιγά,
το όνειρο “όταν μεγαλώσω” μεγαλώνει μαζί με σένα,
Και γίνεται ένας εφιάλτης “όταν σε πνίγω”
“Όταν σε πνίγω, προσπαθώντας να με φτάσεις”
“Είμαι το όνειρο σου, έλα, τρέχα, μην κάνεις στάσεις”
“Μην κάνεις στάσεις, θα μείνεις πίσω”
“Εξελισσου, για να ζήσω”
Είναι το τρένο που επέλεξες να ανέβεις
Τρένο express, χωρίς στάσεις
Με προορισμό τον ιδανικό εαυτό, που τόσο θέλεις να μοιάσεις
Με πτυχία, με λεφτά, με γυμναστήρια, κάνεις ό,τι μπορείς και το παλεύεις
Κι όμως,
Κι όμως,
Κάτι σήμερα θα πάει πολύ στραβά
Δες, κοίτα καλά
Τον βλέπεις τον ιδανικό μου εαυτό μπροστά;
Ζω μια πλάνη
Δεν μπορώ να κάνω στάση να ξεκουραστώ
Γιατί ούτε αυτός κάνει…
Κάθε φορά που πάω ένα βήμα μπροστά
Κάνει κι αυτός ένα βήμα μπροστά
Μικρό εγώ μικρό κι αυτός
Μεγάλο εγώ μεγάλο κι αυτός
Στα δεκαπέντε μου,
Αυτός ήταν στα τριάντα μου
Έγινα τριάντα κι αυτός τώρα είναι σαράντα
Και με κοιτάει
Και απλά χαμογελάει
Θα μεγαλώσεις, θα γεράσεις, θα πλησιάσεις,
Θα απλώσεις το χέρι
Κι αυτός θα τα χει πίσω
Και ακόμη θα σου χαμογελάει
Κυνηγούσες το ιδανικό που συνεχώς εξελισσόταν, μεγάλωνε μαζί σου
κι αυτός όλο και απομακρυνόταν
Κυνηγούσες τα όνειρα κι εκείνο το άπιαστο το ιδανικό
και σήμερα γνώρισες εκείνον για τον οποίο δεν μιλά κανείς, τον κύριο τον τρομαχτικό
Τρέφουμε τον εαυτό τον ιδανικό
Κατασπαράζοντας τον εαυτό τον τωρινό
Τρέχουμε, τρέχουμε κι όλο τρέχουμε
Για να πάμε στο μετά και να ξεφύγουμε από το πριν
διαγράφοντας το σήμερα
Είδα μια ταμπέλα σήμερα.
Δεν έγραφε Θεσσαλονίκη.
Αντιθέτως έλεγε αυτό:
“Δεν θα είναι για πολύ.
Θα κοιτάξεις μπροστά μια μέρα και θα έχει μόνο πίσω.
Όπως όταν γερνάς.
Κι όπως όταν είσαι νέος τελικά.
Ξαφνικά, ευχόμαστε όλοι να ήσασταν πίσω.
Πίσω.
Κανείς μπροστά.
Σε ένα βράδυ.
Θυμηθήκαμε.
Τι υπάρχει μπροστά.”